Λεπτομέρεια από εγκατάσταση του Γιάννη Κουνέλλη στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (2012) |
Σε
αντίθεση με την ποίηση, σύγχρονη ελληνική πεζογραφία διαβάζω ελάχιστα. Διάβασα,
ωστόσο, τον τελευταίο καιρό δύο από τις συλλογές διηγημάτων «της κρίσης»: Το «Κάτι
θα γίνει, θα δεις» του Χρήστου Οικονόμου και το «Καιρός σκεπτικός» της Ιωάννας
Καρυστιάνη. Πιο σκοτεινά τα κείμενα του Οικονόμου, βαριές οι σιωπές των ηρώων του,
βαθιές οι ανάσες τους, σαν ρουφηξιές τελευταίου τσιγάρου σε μια νύχτα αξημέρωτη.
Πιο «βατοί» οι χαρακτήρες της Καρυστιάνη, ίσως και πιο αναγνωρίσιμοι, να
καταπιάνονται με ανάγκες καθημερινές – μια ανθρώπινη επαφή, λίγη κουβέντα, συμφιλίωση, κάπου να δοθείς – μικροχαρές και
μικροήττες, αμελητέες, από εκείνες, όμως, που δίνουν ένα κάποιο νόημα σε ζωές περαστικές κι αναλώσιμες.
Δεν
είναι βιβλιοκριτική που αποσκοπώ να γράψω – δεν θα τα κατάφερνα, νομίζω, ακόμη
κι αν το ήθελα. Θέλω μόνο να μοιραστώ αυτή την αίσθηση που μου τόνωσαν τα πιο
πάνω διηγήματα, αυτή την έγνοια: μην (ξε)χάσουμε, μέσα στην κρίση, τον άνθρωπο.
Μην απλώσουμε, δηλαδή, ένα σεντόνι γκρίζο κι αφήσουμε να ξέρουμε απ’ τους ανθρώπους μόνο απροσδιόριστες φιγούρες δίχως πρόσωπα, χωρίς αφή, χωρίς βλέμματα. Μην
πιστέψουμε πως τώρα πιάσαμε το χτυποκάρδι τους, πως τώρα αισθανθήκαμε τη
δυστυχία τους, πως τώρα είναι σε παρέλαση ομοιόμορφο το βάδισμα κι ο λογισμός τους.
Μην καμωθούμε πως έχουν σβήσει τάχα ή πως καταλάβαμε τις αμυχές, τις πληγές, τις
ελπίδες, τις αντοχές και τα όρια που συνθέτουν, μεταλλάσσουν κι ανατροφοδοτούν αυτό το ένα που είναι ο καθένας μας.
Δεν λέω
πως η κρίση δεν είναι μια παράμετρος αντικειμενική με σημαντικό αντίκτυπο στις ζωές
ολονών. Είναι. Και δυστυχώς μπορεί πολλές να τις καθορίσει.
Όμως, αν δεν πεθαίνει κάτι είναι η μοναξιά μας,
έγραψε ο Καρούζος.
Και κάτω
απ’ το γκρίζο πέπλο της κρίσης – της όποιας συλλογικής συμφοράς ή φρεναπάτης – αυτή
η μοναχική πορεία καθενός, αυτή η μοναχική του πάλη με τους δαίμονες που
διάλεξε ή που του έλαχαν, παραμένει. Κι ίσως έτσι εξηγείται γιατί μέσα του
μπορεί να βαραίνει πιο πολύ ένα ταξίδι που ματαιώθηκε, δυο σκληρές κουβέντες,
μια τσακισμένη σελίδα βιβλίου ή μια μαντινάδα που έστειλε ένας φίλος: «Φεύγει η
ζωή και χάνεται και δεν γαγέρνει φως μου…»
Απλά Υπέροχη η Ανάρτηση σου Αυτή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμορφο απόβραδο!! με φιλί από Ψυχής!
Σ' ευχαριστώ πολύ για την τόσο ορατή παρουσία σου πάντα στα χνάρια, φίλη μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή αυγή!
Μου κέντρισες το ενδιαφέρον να διαβάσω το βιβλίο αυτό της Καρυστιάνης, αγαπημένης συγγραφέος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι ίσως η κρίση μας φέρει πίσω ευαισθησίες ξεχασμένες, αξίες πάλιές, ανθρώπινες .... και ασχολίες απλές που μας δίνουν πραγματικές χαρές.
Χρύσω
Πολύ χαίρομαι που το κείμενό μου γίνεται αφορμή για να διαβαστεί ένα βιβλίο, κατά τη γνώμη μου αξιόλογο! Ευχαριστώ!
ΔιαγραφήΜακάρι, ναι, η κρίση να μας κάνει πιο ευαίσθητους, πιο ανθρώπινους, πιο ουσιαστικούς. Μόνο που αυτό προϋποθέτει, νομίζω, να αντιληφθούμε την κρίση ως κρίση όχι κατ' εξοχήν οικονομική, αλλά ως κλονισμό της στάσης και φιλοσοφίας που ως τώρα εφαρμόζαμε στη ζωή. Και ως τέτοια να την παλέψουμε - αναθεωρώντας την συνολικά.
Επίκαιρο το κείμενό σου Νάσια μου. Δεν έχω διαβάσει κανένα από τα δύο βιβλία, αλλά και μόνο ο τίτλος
ΑπάντησηΔιαγραφή"Κάτι θα γίνει, θα δεις" του Χρήστου Οικονόμου, από μόνος του, μου έδωσε μία νότα αισιοδοξίας. Μικρή, αλλά υπεραρκετή. Καλό υπόλοιπο εβδομάδας. Να έχεις ένα όμορφο ξημέρωμα Νάσια.
Έστω και για αυτές τις μικρές πινελιές αισιοδοξίας είναι σημαντικό να συνεχίζουμε να μοιραζόμαστε τις σκέψεις μας, marie.
ΔιαγραφήΝα 'σαι καλά. Καλό σου ξημέρωμα.
Πολλά τα πέπλα της κρίσης, αλλά σωστά το θέτεις, Νάσιά μου, η μοναχική πορεία/πάλη παραμένει και συχνά (αν όχι πάντοτε) βαραίνει πιο πολύ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια λίγο φως στην αγύριστη ροή του χρόνου (μας)...
Φιλιά
Θα μπορούσε να 'ναι στίχος σε ποίημα αυτό το υπέροχο που έγραψες Λεμέσιά μου! Αυτός ο ορισμός κι ο προσδιορισμός του γιατί μας. "Για λίγο φως στην αγύριστη ροή του χρόνου (μας)", λοιπόν!
ΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ πολύ!