Εμείς αλλιώς τη μάθαμε την Ελλάδα. Στα σχολικά μας βιβλία ήταν πάντα γεμάτη φως, ήρωες και ποιητές και πρώτη τη δική της ιστορία διδαχθήκαμε. Η δική μας, όλη κι όλη, ένα σύνθημα στον τοίχο: «Την Ελλάδα θέλομεν κι ας τρώγωμεν πέτρες». «Όμως αντισταθμίζει που γράφουμε ελληνικά» έγραφε ο Μόντης κι μας συγκινεί ακόμη ο στίχος του Βαγορή «Την Ελλάδα αγαπώ, αλλά κι εσένα». Τα πρώτα μας ταξίδια είχαν το γαλάζιο του Αιγαίου κι εκεί πρωτοανταμώσαμε την ομορφιά. Εκεί μοιραστήκαμε τα πιο ανέμελα καλοκαίρια μας με φίλους που ήξεραν τι θα πει φιλοξενία. Εκεί μας δίδαξαν το μέτρο, το λόγο και την υποψία σπουδαίοι δασκάλοι. Κι οι άνθρωποι στους δρόμους πώς να διεκδικούμε τα δίκια μας. Πιστέψαμε σ’ αυτούς, στη σπιρτάδα, στη ζωντάνια και στην προκλητική όρεξή τους να χαίρονται. Με τις δικές τους μουσικές ντύσαμε τους έρωτες και τους χωρισμούς μας, τα δικά τους λόγια έδωσαν μορφή στις αναζητήσεις μας, με τα δικά τους κατορθώματα ξεδιψάσαμε την ανυδρία μας. Και στην ανάγκη εκεί στρεφόμασταν, εκεί κι όταν τολμούσαμε να παραδεχτούμε πως η οικονομική μας ευμάρεια απλώς δεν αρκούσε.
Ύστερα κάποιος ρώτησε τι θα πει «λαμόγιο». Η αποκαθήλωση πολιτικών και ολυμπιονικών. Η χώρα μια απέραντη συναλλαγή. Δημοσιογράφοι, γιατροί, μοναχοί, δικαστές, ψηφοφόροι... Όλα πωλούνται κι όλα χτίζονται. Λίμνες, δάση, αρχαία... Κι άνθρωποι ακόμη στη φωτιά. Εγκαταλελειμμένα πανεπιστήμια και μυαλά κλειστά. Ο πολιτισμός της Γιουροβίζιον και της Τζούλιας. Η γενιά των 700 ευρώ δίχως ύπνο. Δίχως όνειρα. Ξενιτιά. Καθένας για την πάρτη του. Δε βαριέσαι... Ζαρντινιέρες να χτυπούν φοιτητές, εξοστρακισμένες σφαίρες να πετυχαίνουν παιδιά, προφυλακίσεις για το λάθος χρώμα παπούτσια και τα θλιμμένα μπλε μάτια της Κούνεβα καμένα. Τιμωρία καμιά. Μόνο κάτι αυτόκλητα φασιστοειδή που δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τις βιτρίνες απ’ τους ανθρώπους. Η χώρα στο χείλος της αβύσσου, κι ίσως στο βάθος της. Χωρίς ντροπή, χωρίς κάθαρση, χωρίς ελπίδα.
Όχι, εμείς μιαν άλλη Ελλάδα αγαπήσαμε. Κι αν τώρα είμαστε οργισμένοι δεν είναι από υπεροψία, ούτε γιατί σκλήρυνε η καρδιά μας. Είναι γιατί πονούμε. Και γιατί δεν θα ‘χουμε πού να κοιτάζουμε κάθε που θα θέλουμε να ψηλώνουμε λίγο.
(Το Αφιέρωμα στους τοίχους της Αθήνας είναι του Βλάση Κανιάρη)
Υ.Γ. Η σημείωση αυτή προστίθεται εκ των υστέρων για να παραπέμψει στην πιο συγκινητική αναφορά που έγινε από άλλο μπλόγκερ σε κείμενό μου.
Απλά να μας ευχηθώ καλή χώνεψη μιας και οι πέτρες είναι λίγο βαρυστόμαχες...
ΑπάντησηΔιαγραφήαληθινό...
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμορφο. Έτσι ακριβώς...
ΑπάντησηΔιαγραφήMήπως τώρα η Ελλάδα που κάποτε μας άνοιξε τα μάτια δίνοντας φως ,γνώση ,χρώμα, ποίηση και φοιλοξενία,μήπως λέω είναι η ώρα να ανοίξουν την αγκάλη τους και να ανταποδώσουν όλοι αυτοί που είχαν τη χαρά να τα δεχτούν αυτά;.
ΑπάντησηΔιαγραφήNάσια καλησπέρα , οι σκέψεις σου με εκφράζουν απόλυτα εύχομαι μόνο να μην χαθεί η ελπίδα . Καλή δύναμη...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητικό, όμορφο κείμενο... Κατευθείαν στην καρδιά.. Την τελευταία του πρόταση μόνο θ' απέφευγα αν ήθελα -αν μπορούσα- να γράψω εγώ κάτι για την Ελλάδα.
ΑπάντησηΔιαγραφήPoly wraia..
ΑπάντησηΔιαγραφήΉθελα να πω κάτι στον πρώτο σχολιαστή, αλλά είναι όλα τόσο όμορφα εδώ μέσα που δεν θέλω να ασχημύνω αυτόν τον παράδεισο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίν' όμορφο να ανακαλύπτουμε πως κάποιοι μοιραζόμαστε τις ίδιες σκέψεις - και κάποιοι όχι. Ευχαριστώ που και με τα σχόλιά σας φτιάξαμε, σε τέτοιους καιρούς δύσκολους, ένα παράδεισο για το ΔemΩΝ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣταλαματιά, δεν ξέρω αν είναι θέμα ανταπόδοσης, υπό την έννοια που νομίζω πως υπαινίσσεσαι. Μπορεί και να κάνω λάθος.
αφού καταφέρατε τον δέμονα να ξορκίσει το πρώτο σχόλιο,ας μπώ και γω στον παράδεισο.
ΑπάντησηΔιαγραφήδ
Νάσια :)
ΑπάντησηΔιαγραφήαν και δεν μ' αρέσουν τ' "ανταποδοτικά" σ' ευχαριστώ από καρδιάς (κυρίως γιατί εσύ καταλαβαίνεις)
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραιότατο και επιγραμματικό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι πόσο πόνο και θλίψη βγάζει!!
Νάσια μου, πάλι κατάφερες με το λόγο σου να εκφράσεις τα συναισθήματά μας και να καταγράψεις τις σκέψεις μας. Με συγκίνησες, σ’ ευχαριστώ…
ΑπάντησηΔιαγραφή