Δευτέρα 24 Μαΐου 2010

Του καλοκαιριού

Μύρισε καλοκαίρι. Τα χαλιά μαζεύτηκαν κι άνοιξαν τα παράθυρα. Τραπεζάκια έξω κι οι φίλοι συναντιούνται για μπύρα, τα παιδιά για παγωτό. Στους δρόμους φορτηγά φορτωμένα καρπούζια, στις βιτρίνες πολύχρωμα φουστάνια κι εμπριμέ μαγιό, στις διαφημίσεις πακέτα ονειρεμένων διακοπών σ’ εξωτικούς τόπους. Στο ράδιο καινούρια τραγούδια χαρούμενα και στις πλατείες οι πρώτες υπαίθριες συναυλίες. Η αγωνία στις τηλεοπτικές σειρές κορυφώνεται και φθίνει στο πολιτικό σκηνικό. Η μέρα μεγαλώνει και τα όνειρα του ύπνου γίνονται ανάλαφρα. Σαν τα κορμιά που κόβουν τώρα λιπαρά και σοκολάτες και ξεκινούν εντατικές κούρες σε ινστιτούτα αισθητικής και γυμναστήρια. Κάπως έτσι ξορκίζεται το άγχος της παραλίας και με βιβλία τσέπης οι απωθημένοι έρωτες. Με κοκτέηλ και με φραπέ σβήνει η δίψα μας.

Μόνο που τα βράδια πέφτει ακόμα μια ψύχρα... Λες και το καλοκαίρι αντιστέκεται, λες και χλευάζει την αδημονία μας.

Και με πιάνει μια θλίψη με κάτι στίχους χειμωνιάτικους, «Τρικάταρτο η αγάπη σου και ο καιρός αρμύρα...». Και με το διάσημο μπλε αδιάβροχο του Cohen, “And thanks for the trouble you took from her eyes…”. Και γυρεύω πάλι να παιδέψω την ψυχή μου με το σκοτεινό κόσμο του Ντοστογιέβσκη, να νιώσω ποιο το έγκλημα και ποια η τιμωρία. Να καταλάβω πώς οι μέρες περνούν γεμάτες υποσχέσεις και συνάμα χλωμές. Και πώς μένει πάντα αυτό «που αδιανόητα κι αδιάλειπτα θα λείπει», όπως γράφει ο Σταυρόπουλος. Και πώς τα ματαιωμένα καλοκαίρια σκιάζουν αυτά που θα ‘ρθουν...

«Πώς σε βγαλαν και πάλι οι λέξεις σου εδώ;», θα ρωτήσεις. Σσσσσσς........ Μη μιλάς. Άκου τα βήματά τους. Τ’ ακούς πιο εύκολα τα βράδια, όταν κάνει δροσιά. Δεν χρειάζεται να ‘χει φεγγάρι. Στο σκοτάδι βρίσκουν πιο εύκολα το δρόμο για να βγουν στον αέρα. Δεν σέρνουν κανένα χορό, δεν έχει μουσική. Χωρίς ρυθμό πορεύονται, καθεμιά κουβαλώντας απλώς την αλήθεια της. Κι έτσι συναντιούνται, όπως ανταμώνουν οι ψυχές που αντέχουν να αφουγκραστούν τους παλμούς τους. Για λίγο μόνο. Κι απ’ το σμίξιμό τους βγαίνουν ποίηματα τέλεια σαν μωρά. Πρέπει να ‘σαι εκεί, εσύ με τη σιωπή σου και δίχως τίποτ’ άλλο. Ν’ ακούσεις το πρώτο τους κλάμα. Το πρώτο δικό σου. Τότε που τα καλοκαίρια σήμαιναν πόδια ξυπόλητα στην άμμο. Και το νερό που έτρεχε ξέπλενε μόνο τα μάτια για να δουν τον κόσμο φωτεινό...


(Το Κορίτσι με ανεμιστήρα είναι του Paul Gaugin)

5 σχόλια:

  1. Πραγματικά μύρισε Καλοκαιράκι παρόλη την βραδυνή ψύχρα ... Νάσια χαίρομαι πολύ την υπέροχη γραφή σου !!! Καλή σου συνέχεια και Καλό Καλοκαίρι να έχουμε όλοι μας .....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Κι έτσι συναντιούνται, όπως ανταμώνουν οι ψυχές που αντέχουν να αφουγκραστούν τους παλμούς τους. Για λίγο μόνο.... Στην κόψη της στιγμής ανακαλύπτεις την αξία των ξυπόλητων διαδρομών και ονείρων.Οι περπατητές των ανέμων ανασαίνουν όλες τις εποχές το φευγαλέο και πολύτιμο της καθε στιγμής του κάθε βηματος τους.Μια Χαμογελαστή και Μελωδική Καληνυχτα για σενα που με ταξιδεύεις άξια τοσους μήνες τωρα.!! :))

    http://www.youtube.com/watch?v=7svmFKlrfL4

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Να 'σαι καλά, φίλε Ταξιδιώτη της Τέχνης. Σ' ευχαριστώ που περπατούμε παρέα.

    Αερικό μου, τα λόγια σου έχουν πάντα κάτι από πρωινή δροσιά... Δίκιο έχεις, καμιά στιγμή δεν κρατά παντοτινά, μα γλιστρά μακριά σαν σκόνη στον άνεμο. Γι αυτό κι είναι πολύτιμη...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Η περιγραφή του καλοκαιριού μου θύμισε Αθήνα του '60, παλιά Κυψέλη, μελαγχολικά αεράκια και μια πόλη που πραγματικά γλεντά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Καλοκαίρι...
    μες στη βόλτα αυτού του κόσμου που μας ξέρει,
    όπως τραγουδούσε κι Σαββόπουλος, elf at bay.

    ΑπάντησηΔιαγραφή